- ἁπαλύνεται
- ἁπαλύ̱νεται , ἁπαλύνωsoftenaor subj mid 3rd sg (epic)ἁπαλύ̱νεται , ἁπαλύνωsoftenpres ind mp 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Έκελουντ, Βίλχελμ — (Vilhelm Ekelund, Στέχαγκ 1880 – Σαλτεγιεμπάντεν 1949). Σουηδός ποιητής και συγγραφέας. Η πρώτη ποιητική του παραγωγή (Ανοιξιάτικη αύρα, 1900) που χαρακτηρίζεται από μια μεγάλη ευαισθησία για τις ομορφιές της φύσης και της ζωής στο χωριό,… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Τέχνη (Αρχαιότητα) — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ Η απαρχή της αρχαίας ελληνικής τέχνης τοποθετείται συνήθως περί το 1100 π.Χ., μετά την κάθοδο των Δωριέων. Μετά την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β’ και την ανάγνωση των πινακίδων των ανακτόρων της Πύλου, των Μυκηνών, των… … Dictionary of Greek
Ρουμανία — Κράτος της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Συνορεύει στα Β με την Ουκρανία, στα Δ με την Ουγγαρία και τη Σερβία, στα Ν με τη Βουλγαρία, ενώ στα Α βρέχεται από τη Μαύρη Θάλασσα.H Pουμανία ανήκει στην παραδουνάβια Eυρώπη κι εισχωρεί σαν σφήνα στο σλαβικό… … Dictionary of Greek
Στος, Φάιτ — (Stoss). Γερμανός γλύπτης, ζωγράφος και χαράκτης (Νυρεμβέργη; 1447 – 1533). Τα πρώτα ίχνη της καλλιτεχνικής του δραστηριότητας βρίσκονται στην Κρακοβία, όπου το 1477 πήγε για να σκαλίσει την κεντρική ξύλινη Αγία Τράπεζα της εκκλησίας της Παναγίας … Dictionary of Greek
Φρις, Μαξ — (Frisch, Ζυρίχη 1911 – 1991). Ελβετός θεατρικός συγγραφέας και πεζογράφος. Σπούδασε αρχιτεκτονική, άρχισε από το 1934 να γράφει άφθονα πεζογραφήματα, αλλά μόνο έπειτα από 20 χρόνια απέκτησε τη διεθνή αναγνώριση με τον Stiller (1954), αθρωπιστικό… … Dictionary of Greek